- τογκάτες
- οι / τογκάται, αἱ ΝΜρωμαϊκές κωμωδίες με αποκλειστικά ρωμαϊκά θέματα, στις οποίες παρουσιάζονταν συνήθως σκηνές οικογενειακών ερίδων σε αστικό περιβάλλον.[ΕΤΥΜΟΛ. < λατ. togatae (fabulae) (< toga)].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.